-
1 экспорт
-
2 экспорт
экспортм ἡ ἐξαγωγή. -
3 εξαγωγή
η1) вынимание, вытаскивание, извлечение;εξαγωγή του ελαίου εκ τού καρπού — извлечение масла из плода;
εξαγωγή των επιστολών — выемка писем;
2) выдёргивание;εξαγωγή οδόντων — удаление зубов;
3) выведение, вывод наружу (газа, воды и т. п.);βαλβίδα εξαγωγής — выпускной клапан;
4) выведение (заключения);εξαγωγή του τύπου — выведение формулы;
5) мат. извлечение (корня);6) юр. лишение права (собственности, наследства); 7) эк вывоз, экспорт;οι εξαγωγές — экспорт; — совокупность товаров экспорта
-
4 экспорт
-а α.εξαγωγή (εμπορευμάτων, ειδών)•экспорт промышленных товаров εξαγωγή βιομηχανικών εμπορευμάτων.
-
5 экспорт
οι εξαγωγ/ές (πλ.)вопросы - а θέματα/προβλήματα - ώνобъём - а όγκος/πο-σότητα των - ώνбросовый торг. - το ντάμπιγκ (ξεν.)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > экспорт
-
6 εξαγωγή
[эксагоги] ουσ. Θ. вывоз, экспорт,Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > εξαγωγή
-
7 экспорт
[έκσπαρτ] ουσ. α. εξαγωγή -
8 экспорт
[έκσπαρτ] ουσ. α. εξαγωγή -
9 εξαγωγή
[эксагоги] ουσ θ вывоз, экспорт. -
10 экспорт
[έκσπαρτ] ουσ α εξαγωγή -
11 экспорт
[έκσπαρτ] ουσ α εξαγωγή -
12 заявка
η αίτηση, το αίτημα, η απαίτηση, η παράκλησηвозобновлять - ку ανανεώνω την προσφορά, дата подачи - ки η ημερομηνία εγγραφήςдата представления - ки на участие в торгах η ημερομηνία καταχώρισης της προσφοράς για συμμετοχή στο διαγωνισμόделать - ку δίνω/κάνω την προσφοράподатель - ки ο προσκομίζων/αιτών της προ-σφοράς/αίτησηςсрок подачи - ки η διορία/προθεσμία της προσφοράς- на визу - για άδεια εισόδου/βίζα (ξεν.)- на участие в торгах - για συμμετοχή στο διαγωνισμό (γιαπρομήθεια εμπορευμάτων ή εκτέλεσηέργων)письменная - γραπτή -, предварительная - προκαταρκτική -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > заявка
-
13 золото
хим. (Au) ο χρυσ/όςразг. το χρυσάφιподвергать - аффинажу εμπλουτίζω το -, καθαρίζω το -червонное - ερυθρός -, βενετσιάνικος/ενετικός -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > золото